Η ηθική της συλλογικής ευθύνης

(θεατρική σκηνή Faust)

         Γνώρισα τη λογοτεχνική δουλειά του Θανάση Τριαρίδη (γεν. το 1970) με το πρώτο του μυθιστόρημα «Σφυρίζει ο άνεμος στην Κουπέλα» (2000), ένα ενδιαφέρον έργο για το πέρασμα των αγοριών στην ενηλικότητα, τα φαντάσματα και τις φαντασιώσεις τους, που έπαιζε γοητευτικά με την ποιητικότητα του  σουρρεαλισμού, τον μαγικό ρεαλισμό της λατινοαμερικάνικης παράδοσης  και την ψυχανάλυση. Πολύ σύντομα, τον είδαμε να στρέφεται επίσης στο θέατρο. Έχει γράψει αρκετά θεατρικά έργα, πολλά εκ των οποίων εκκινούν από το ναζιστικό φαινόμενο για να απλώσουν την προβληματική τους στην σύγχρονη κοινωνία και στις ασυνείδητες επιβιώσεις του τέρατος, τους αδιόρατους τρόπους με τους οποίους το σύστημα παγιδεύει συνειδήσεις και εκμαιεύει αντιδράσεις.

        Το «Lebensraum» είναι χαρακτηριστικό αυτής της θεματικής του. Η γερμανική λέξη που αποτελεί τον τίτλο, είναι ο όρος «ζωτικός χώρος», μια θεωρία που δημιουργήθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα, την εγκολπώθηκε και την οικειοποιήθηκε ο ναζισμός και η οποία  συμπυκνούται σχηματικά στη θέση ότι, αν ένα κράτος νιώθει πως για την επιβίωση και ευημερία του έχει ανάγκη εκτάσεις άλλων κρατών, έχει δικαίωμα να τις διεκδικήσει και να τις κατακτήσει χωρίς άλλη αφορμή. Μια άλλη εκδοχή του νόμου της ζούγκλας.

Image result for «Lebensraum (ζωτικός χώρος)» του Θανάση Τριαρίδη

«Τα πειράματα αρέσουν στην ανθρωπότητα»

        Η υπόθεση ξεκινά απλά: ένας άντρας δέχεται να πάρει μέρος σε ένα πείραμα επί πληρωμή. Στην αρχή απαντά σε μερικές εγκυκλοπαιδικές ερωτήσεις γύρω από το ναζισμό, ο ερωτών τον «στριμώχνει», τον κάνει να νιώθει άβολα, τον υποχρεώνει στρεψόδικα να παραδεχτεί πως οι αξίες του Διαφωτισμού από τις οποίες πιστεύει ότι εμφορείται, όπως το συνηθίζουν οι Ευρωπαίοι, είναι έωλες και ο ίδιος δεν μπορεί να τις στηρίξει επαρκώς. Λίγο-λίγο η αλήθεια αποκαλύπτεται, το πείραμα είναι πιο σκληρό: καλείται να πιέσει με το δάχτυλό του διάφορες πρωτεύουσες κρατών σε μια μεγάλη φωτεινή υδρόγειο με σκοπό να ακουστεί μουσική,  ξαφνικά ακούγεται ένας πυροβολισμός και ο άνθρωπος μαθαίνει ότι παρακολουθείται από κοινό και καθώς πάτησε πάνω στην Κουάλα Λουμπούρ, ένας θεατής έπεσε νεκρός. Τον σκότωσε. Από κει και πέρα παρακολουθούμε τον άνθρωπο αυτό να περνά όλα τα αναμενόμενα στάδια: αμηχανία, φόβο, άρνηση, ενοχή, κατάρρευση. Ωστόσο, το κομβικό σημείο του έργου δεν είναι εδώ. Είναι λίγο πριν, όταν το πειραματόζωο, καλείται να ακούσει ένα ναζιστικό ύμνο και πείθεται ότι ακούει το τραγούδι αντιστασιακών εβραίων.  Ο άνθρωπος-πειραματόζωο δεν έχει τρόπο να ελέγξει την πληροφορία και αποδέχεται αυτονόητα περίπου ό,τι του λέει ο χειριστής του πειράματος. Η αυθεντία της εξουσίας του ορίζει την σκέψη του πειραματόζωου, παρεμβαίνει και παραλύει την λογική ικανότητα. Δηλητηριάζει τις βεβαιότητες. Φτιάχνει νέες βεβαιότητες και μας καλεί να συμμετάσχουμε σ’ αυτές. Η αποδοχή οδηγεί στην συλλογική ευθύνη.

Image result for «Lebensraum (ζωτικός χώρος)» του Θανάση Τριαρίδη

«Κανείς δεν θα μάθει ποιος το πάτησε το κουμπί. Θα το έχει κάνει ο λαός, δηλαδή κανείς. Αυτό δεν έγινε άλλωστε και με το ναζισμό; Μόνος του ήταν ο Χίτλερ; Όλοι αυτοί που ήταν στα κρεματόρια, δεν ήταν μαζί του; Δεν ήταν συνένοχοι;»

          Το Lebensraum ανοίγει όλη την βεντάλια των ερωτημάτων που θέτει συχνά ο συγγραφέας στα θεατρικά του: την χειραγώγηση του ανθρώπου, την πρόκληση των ορίων με σκοπό να διαρραγούν οι βεβαιότητες και να επέλθει η κυριαρχία του φόβου και η υποταγή. Για άλλη μια φορά, το θέμα της ταυτότητας θα έρθει δυναμικά στο προσκήνιο, όπως και  ο ρόλος της μνήμης  στην διαμόρφωσή της –μια μνήμη που όλο και πιο πολύ αλλοιώνεται, αναδιαμορφώνεται, αν δεν εξαφανίζεται εντελώς πνιγμένη μέσα στην αιωνιότητα ενός παγωμένου παρόντος, στην επικίνδυνη αδιαφορία και την απώλεια των ιστορικών δεσμών με κάθε πιθανότητα αντίστασης και ανατροπής. Έτσι το Ολοκαύτωμα –με όποια μορφή- μπορεί να επαναληφθεί αλλά οι άνθρωποι δεν θα αντιδράσουν γιατί δεν θα θυμούνται την προηγούμενη φορά. Ωστόσο στο Lebensraum παρουσιάζεται για πρώτη φορά στη δουλειά του Τριαρίδη τόσο έντονα η έννοια της συλλογικής ευθύνης.

«Το κοινό βρίσκει μια βολική δικαιολογία για να δεχτεί τα πάντα»

         Ο συγγραφέας επιλέγει το μοτίβο του «πειράματος», γνωστό και από άλλα θεατρικά ή κινηματογραφικά έργα, το οποίο αναδεικνύει δυναμικά και με το απαραίτητο σασπένς διάφορες παραμέτρους του θέματος. Η επιρροή από συγγραφείς όπως η Κέην είναι φανερή, η μελέτη του παραλόγου και του υπαρξισμού επίσης,  αλλά αυτός με τον οποίο συνδιαλέγεται ουσιαστικά είναι κυρίως ο Κάφκα. Μέσα από τέτοιες επιρροές διαμόρφωσε ένα έντονο προσωπικό ύφος και μια αναγνωρίσιμη γλώσσα, που στοχεύουν όχι απλώς να προβληματίσουν αλλά να «γρονθοκοπήσουν» τον θεατή, στοιχεία που  στο Lebensraum βρίσκονται σε μεγάλη ωριμότητα (δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι στα δυο χρόνια από την συγγραφή του έτυχε πολλών και διαφορετικών ανεβασμάτων, στην Ελλάδα, τη Γερμανία και σε άλλες χώρες) Κι αν ακόμη μπορούμε να διακρίνουμε κάποια θολά σημεία, όπως η μάλλον αναμενόμενη διαπραγμάτευση του τέλους,  είναι ένα έργο που θυμίζει ξανά και ξανά πως το τέρας είναι εδώ και κανείς δεν έχει δικαίωμα να κάνει πως δεν το βλέπει, κανείς δεν είναι αθώος.

           Η Πηγή Δημητρακοπούλου σκηνοθέτησε γραμμικά και χωρίς εκπλήξεις το έργο,  αφήνοντας όλο το χώρο στο κείμενο. Το δυνατό σημείο της παράστασης είναι οι πολύ εύστοχες ερμηνείες του Ιωσήφ Πολυζωίδη και Πάνου Ζουρνατζίδη. Ο πρώτος στο ρόλο του πειραματόζωου αναδεικνύει πολύ προσεκτικά και χωρίς υπερβολές στις οποίες θα μπορούσε να παγιδευτεί –και εξαιτίας της μικρής διάρκειας του έργου-  όλη την γκάμα συναισθημάτων και αντιδράσεων, ενώ καταφέρνει να αναδείξει και τα ηθικά διλήμματα χωρίς διδακτισμό ή επιείκεια. Ο Ζουρνατζίδης αποδίδει με ισορροπημένη ειρωνεία το ύπουλο, το χειραγωγικό, το σαδιστικά διαβολικό στοιχείο στον χειριστή του πειράματος. Ο Πάνος Ζουρνατζίδης παίζει πάνω σε αναπηρική καρέκλα, όχι ως σκηνοθετικό εύρημα αλλά γιατί είναι ανάπηρος μετά από ένα σοβαρό ατύχημα. Αυτό δεν τον εμποδίζει να είναι ένας πολύ καλός ηθοποιός. Προφανώς πρέπει τα Υπουργεία Πολιτισμού και Παιδείας να σκύψουν με σεβασμό και καλή προαίρεση πάνω από το αίτημα των ηθοποιών ΑΜΕΑ να καταργηθεί ο νόμος (ο απαράδεκτος και ρατσιστικός νόμος) που απαγορεύει σε ανθρώπους με αναπηρία να σπουδάσουν την τέχνη του ηθοποιού όπως όλοι οι υπόλοιποι.

 ΕΠΟΧΗ, 29.1.2017